Πέμπτη 18 Απριλίου 2013

Οι Χαλασοχώρηδες



Στο νησί γίνονται πυρετώδεις προετοιμασίες για τις επικείμενες εκλογές. 

Δύο αντίπαλες παρατάξεις με τους αντίστοιχους κομματάρχες διαγκωνίζονται με κάθε θεμιτό, αθέμιτο και παράνομο μέσο για να εξασφαλίσουν τις ψήφους του κοσμάκη ή για να βεβαιωθούν ότι αυτές δεν θα καταλήξουν στους αντίπαλους υποψήφιους βουλευτές.


 Αυτή είναι όλη και όλη η ιστορία αυτού του διηγήματος του  Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που μετατράπηκε – με εντυπωσιακό θα πρέπει να πω τρόπο – σε ένα θεατρικό που συμπυκνώνει μέσα του όλη την παθογένεια, τα στραβά και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία (φτώχια, αμορφωσιά, υπέρμετρη κουτοπονηριά), τα οποία εκμεταλλεύονται ανάλογα οι πολιτικοί.
Είναι τόσες οι καινοτομίες της παράστασης, που θέλησα να μιλήσω κατευθείαν με τους συντελεστές της, για να μου τις εξηγήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.


 Το πρώτο στοιχείο που με κέντρισε ιδιαίτερα είναι η αντίθεση μεταξύ της γλώσσας του Παπαδιαμάντη  μια αρκετά απλοποιημένη  καθαρεύουσα– και του μινιμαλιστικού σκηνικού. Όπως μου εξήγησε η ομάδα, το διήγημα διαδραματίζεται σε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του νησιού, άρα ήταν αδύνατο να παρουσιαστεί στη σκηνή.  Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το πολύ γοητευτικό δίπολο των τραπεζιών που αποτελούσαν το σύνολο –πρακτικά – των σκηνικών εργαλείων που μετατρέπονταν στα πάντα, από… τραπέζια (!) μέχρι βάρκες, πλοία και σπίτια από την μια, και της πεπαλαιωμένης  μορφής  του λόγου, με τα δύο να αλληλοσυμπληρώνονται και να δημιουργούν εικόνες – αστείες, θλιβερές, γελοίες, τραγικές εικόνες.


Το δεύτερο στοιχείο που βρήκα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ήταν η φυσικότητα, ο συντονισμός και η ροή της ομάδας. Σε τέτοιο σημείο που θεώρησα ότι προϋπήρχε – και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα – προτού ασχοληθεί με το συγκεκριμένο κείμενο. Και ομολογώ ότι εκπλάγηκα ευχάριστα όταν έμαθα ότι η αρχική ιδέα προήλθε από τον Κώστα Παπακωνσταντίνου, τον σκηνοθέτη της παράστασης – για τον οποίο θα αναφερθώ πιο εκτεταμένα στη συνέχεια  – ο οποίος την απεύθυνε στις Αγγελική Μαρίνου και Ροζαμάλια Κυρίου, οι οποίες και ανέλαβαν να συγκεντρώσουν την ομάδα. Και ακόμη μεγαλύτερη ήταν η έκπληξή μου όταν έμαθα ότι η διανομή των ρόλων ήταν αποτέλεσμα μιας διαδικασίας ψαξίματος. Είναι τόσο φυσικοί όλοι τους σε αυτό που κάνουν που είναι λες και ο κάθε χαρακτήρας φτιάχτηκε ειδικά για τον συγκεκριμένο ηθοποιό. Ή ότι κατέληξαν ο καθένας στο ρόλο του μετά την πρώτη ανάγνωση!


Το τρίτο και πιθανόν σημαντικότερο στοιχείο που κάνει καινοτόμα την παράσταση είναι η κατάργηση του αφηγητή. Θεώρησε η ομάδα ότι αν υπήρχε κάποιος ο οποίος θα αφηγούταν-παρουσίαζε την παράσταση, και οι ηθοποιοί απλώς θα έλεγαν τα λόγια τους, θα χανόταν μεγάλο κομμάτι της δύναμης του κειμένου. Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω απολύτως μαζί τους. Η επίδραση που είχε επάνω μου ο ηθοποιός που απευθυνόταν – και – σε εμένα, ως μέρους του κοινού είναι τόσο μεγάλη που πραγματικά δυσκολεύομαι πολύ να την εξηγήσω. Θεωρώ πως αυτό ειδικά το στοιχείο είναι που την έκανε απολύτως οικεία, και ταυτόχρονα καταργούσε κάθε πιθανό φραγμό που τυχόν έθετε η ιδιάζουσα γλώσσα του κειμένου.

Αντί για οποιοδήποτε άλλο επίλογο, και με την άδεια της υπόλοιπης ομάδας, θα ήθελα να αναφερθώ στον σκηνοθέτη της παράστασης.

Η μέχρι τώρα εμπειρία μου με ηθοποιούς που σε κάποια φάση αποφασίζουν να σκηνοθετήσουν κυμαίνεται μεταξύ του θλιβερού και της αδιαφορίας. Με άλλα λόγια, διαπιστώνω ότι αν κάποιος ηθοποιός δεν έχει αντίστοιχες σπουδές και επιχειρήσει να σκηνοθετήσει, οι πρώτες του προσπάθειες στέφονται από αποτυχία – παταγώδη στις περιπτώσεις εκείνες που αποφασίζει να παίξει κιόλας στην παράσταση που σκηνοθετεί. Χαίρομαι πάρα πολύ να αναφέρω ότι αυτή είναι μια τεράστια εξαίρεση σε αυτό τον – αυθαίρετο και απολύτως προσωπικό – κανόνα. 


Δεν γνωρίζω αν ο Κώστας Παπακωνσταντίνου φέρει οποιεσδήποτε σπουδές σκηνοθεσίας, ωστόσο σε αυτό του το πρώτο τόλμημα καταφέρνει να συν-υπογράψει μια παράσταση που είναι από τις πλέον ευφάνταστες από όσες έχω δει τα τελευταία χρόνια από τη μία, και από την άλλη να αναδείξει και να ‘εκμαιεύσει’ το απόλυτο των δυνατοτήτων των ηθοποιών που είχε στη διάθεσή του. Ο πειρασμός να αναφερθώ σε καθένα από αυτούς ξεχωριστά είναι τεράστιος, αλλά δεν θα πέσω στην παγίδα, επειδή σε αυτή την περίπτωση το σεντόνι που θα προκύψει θα τυλίγει το λεκανοπέδιο δύο φορές τουλάχιστον!!

 
Τα όσα έγραψα σε σχέση με την υποκριτική ισχύουν και για τον ίδιο. Σε κανένα σημείο της παράστασης δεν μου φάνηκε να υστερεί έναντι των υπολοίπων, ενώ ο μονόλογός του προς το τέλος της παράστασης αναδεικνύει με συγκλονιστικό τρόπο – και θέλω να είμαι απόλυτος σε αυτό – τα λόγια του Παπαδιαμάντη, που με τη σειρά τους παρουσιάζουν σε όλη της την τραγικότητα την κυριότερη αιτία της αποτυχίας αυτού του λαού να μετατραπεί από όχλο σε ένα σύνολο πολιτών: την φτώχια, υλική και ηθική.   

Μάριος Ιωάννου  

Χαλασοχώρηδες του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

Σκηνοθεσία: Κώστας Παπακωνσταντίνου 
Σκηνικά-κοστούμια: Λυδία Κοντογιώργη                                                                                      
Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου                                                                                   
 Σχεδιασμός φωτισμών: Ελίζα Αλεξανδροπούλου                                                           
 Επιμέλεια κίνησης: Μαργαρίτα Τρίκκα
Φωτογραφίες: Studio 112
Σχεδιασμός προωθητικού υλικού: Χρήστος Ατζινάς

Ερμηνεύουν:            
Ελισσαίος Βλάχος                                                                                                                              
Παύλος Εμμανουηλίδης                                                                                                                  
Θοδωρής Θεοδωρίδης                                                                                                                        
Ροζαμάλια Κυρίου                                                                                                                                 
Αγγελική Μαρίνου                                                                                                                                 
Κώστας Παπακωνσταντίνου                                                                                                        
Παναγιώτης Σούλης

Ημέρες παράστασης: Κυριακή, 21 και 28 Απριλίου
Θέατρο Αλκμήνη (Αλκμήνης 8, Γκαζι, μετρό Κεραμεικός)
Τηλέφωνο: 2103428650

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

I'll see you on The Dark Side Of The Moon

Σαράντα χρόνια χθες από την ημερομηνία που κυκλοφόρησε ο δίσκος που έκλεισε την εποχή της μουσικής που κοιτάει τα άστρα.




Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

Το σωματίδιο του Θεού



Όταν μου ήρθε το δελτίο τύπου για την παράσταση Το σωματίδιο του Θεού καταχάρηκα. Και αυτό γιατί ήξερα ότι υπήρχαν όλα σχεδόν τα υλικά για να παρουσιαστεί κάτι αντάξιο του θέματος:
 

Από την μία, άξιοι μουσικοί που θα μπορούσαν ταυτόχρονα να συνταιριάξουν υπάρχουσες μουσικές και να συνθέσουν νέες που να ταιριάζουν με το θέμα και ταυτόχρονα να μην περιορίζονται είτε σε αυτό που λέμε μουσικής της Δύσης ή της Ανατολής, με το μεν Δημήτρη Αποστολάκη να αντιπροσωπεύει το δεύτερο κομμάτι, τους δε Mode Plagal να αντιπροσωπεύουν κατά βάση το πρώτο.



Από την άλλη, χορευτές-χορεύτριες που μέσα από μια κοινή πορεία εξερεύνησης θεμάτων όπως του δίπολου ζωή-θάνατος (η τριλογία Πουργκατόριο – Κόλαση – Παράδεισος) κατέκτησαν το μέσο – ένα συνδυασμό χορευτικών κινήσεων και ακροβατικών – που τους επιτρέπει να παρουσιάσουν κάτι τελείως απροσδόκητο, την ανακάλυψη του μποζόνιου Χίγκς, η οποία παρότι συγκλονιστική, δεν συνιστά εκ πρώτης όψεως το καταλληλότερο υλικό για το στήσιμο μιας παράστασης.


Άρα, αυτό που ήμουν ιδιαίτερα περίεργος να δω είναι τον τρόπο με τον οποίο θα επεξεργάζονταν και θα παρουσίαζαν το θέμα τους. Και είναι όντως μια τεράστια έκπληξη.


Και αυτό γιατί, επί δύο – σχεδόν – ώρες παρακολουθούμε  μια αμιγώς επιστημονική διάλεξη, η οποία αποτελείται από μία ιστορική αναδρομή στις θεωρίες σχετικά με την προέλευση του κόσμου, οπότε ακούμε μερικά πασίγνωστα ονόματα, Αριστοτέλης, Πυθαγόρειοι, Δημόκριτος, Αρίσταρχος, και από μια παρουσίαση-ανασκόπηση της θεωρίας και της επιστημονικής προόδου που συντελέστηκε στον εικοστό και στις πρώτες δεκαετίες του εικοστού πρώτου αιώνων, με ονόματα όπως Αϊνστάιν, Φάινμαν και – φυσικά – Χίγκς. Η οποία διανθίζεται από στιγμές απροσδόκητου χιούμορ.


Και ταυτόχρονα, την οπτικοποίηση των όσων περιγράφει ο Δ. Αποστολάκης, με ένα τρόπο που τα κάνει οικεία και πιο κατανοητά, ακόμη και σε ανθρώπους που δεν έχουν κατ’ανάγκη ιδιαίτερη εξοικείωση με την φυσική επιστήμη. Και αυτό επιτυγχάνεται κυρίως μέσα από μικρές ‘ιστορίες’, όπως για παράδειγμα αυτή του, βγαλμένου μέσα από ταινία νουάρ, φόνου που χρησιμοποιείται για να δείξει τον κύκλο της δημιουργίας, σύγκρουσης και θανάτου των σωματιδίων. Οι οποίες – ιστορίες - ταυτόχρονα χρησιμεύουν και ως ‘συνδετικός κρίκος’ ανάμεσα στην μεγα-κλίμακα του σύμπαντος, την μικρο-κλίμακα των σωματιδίων, και το ανθρώπινο και εξίσου θνητό μέτρο.


Και τέλος ακούμε την μουσική. Η οποία χρησιμοποιεί ως ‘θέμα’ το Astronomy Domine των Pink Floyd, το αρχέτυπο της μουσικής που κοιτάει στα άστρα, περνάει με χαρακτηριστική ευκολία στην μπλουζ του Λούις Άρμστρονγκ, στην κλασική μουσική, και καταλήγει να θρηνεί το θάνατο των σωματιδίων που περιέγραψα παραπάνω με ένα κομμάτι που ακούγεται βγαλμένο από τα βάθη της ιστορίας, παρότι γραμμένο σήμερα. 


Συζητώντας με την ομάδα, τρία είναι τα κυριότερα σημεία που θεωρώ εξαιρετικά σημαντικά: το πρώτο είναι η ελευθερία που διέπει τις μεταξύ τους σχέσεις. Ελευθερία που δίνει - πέρα από το να δημιουργεί τα θαυμαστά που περιέγραψα παραπάνω – τη δυνατότητα οι φωτισμοί να είναι εξίσου ‘χειροποίητοι’ με τα υπόλοιπα κομμάτια της. Με άλλα λόγια, παρότι υπάρχει μια βασική δομή, τίποτα δεν διασφαλίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο φωτίζονται τα τεκταινόμενα στη σκηνή την μία βραδιά θα είναι απολύτως ταυτισμένος με τον τρόπο που αυτό θα γίνει την επόμενη. Προσωπικά αυτό το θεωρώ εξίσου αξιοπρόσεκτο, δεδομένου ότι σε συζητήσεις που είχα σχετικά με άλλες παραστάσεις παρατήρησα μια – σχεδόν ψυχαναγκαστική – εμμονή στην ‘τυποποίηση’ μέχρι και της τελευταίας λεπτομέρειας. 


Το δεύτερο, η απόφασή τους να αντιμετωπίσουν το επιστημονικό θέμα με τη ‘χειροποίητη’ τέχνη τους. Δεν κατέφυγαν, δηλαδή, στην τεχνολογία, η οποία τους έδινε την δυνατότητα να παρουσιάσουν με πολύ πιο εύκολο – ίσως και πιο παραστατικό – τρόπο τις εικόνες που συνοδεύουν τον λόγο, αλλά αντίθετα χρησιμοποίησαν τα σώματά, το ταλέντο και τη συλλογική κίνησή τους γι’αυτό το σκοπό.


Το τρίτο, η επιθυμία τους να μην ‘αρκεστούν’ στα κολοσσιαία συμβάντα του σύμπαντος – εκρήξεις άστρων που μετατρέπονται σε υπερκαινοφανή (σουπερνόβα), ξεδίπλωμα του χωροχρόνου που δημιούργησε το σύμπαν, μαύρες τρύπες που παραμονεύουν αθέατες για να καταπιούν άστρα – αλλά να αντιπαραβάλουν σε αυτά τα ευτελή υλικά από τα οποία είναι πλασμένο το ανθρώπινο σώμα, και κατ’επέκταση και η ανθρώπινη ζωή. Και σκοπός αυτού, να σχολιάσουν και υπογραμμίσουν το ότι δεν εκτιμούμε το πόσο πολύτιμη είναι η ζωή, την οποία θεωρούμε δεδομένη.

Το σωματίδιο του Θεού, κι όμΩς κινείται

Σκηνοθεσία & Χορογραφία: κι όμΩς κινείται
Σύλληψη: Δημήτρης Αποστολάκης
Σκηνογραφία: Camilo Bentancor
Μουσική (σύνθεση και ερμηνεία):
Δημήτρης Αποστολάκης
 Κλέων Αντωνίου
Τάκης Κανέλλος
Θοδωρής Ρέλλος
Φωτισμοί: Β. Καψούρος
Βίντεο: Μαρία Αθανασοπούλου 
Κοστούμια :
Α. Μάνεσης και Φ.Μουζάκης


Ερμηνεία:
Δημήτρης Αποστολάκης
Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου
Camilo Bentancor
Βασίλης Δημάς
Αντιγόνη Λινάρδου
Ερμής Μαλκότσης
Ιωάννα Παρασκευοπούλου
Χριστίνα Σουγιουλτζή

Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης
Πειραιώς 206
Τηλέφωνο: 210.34.18.550

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Νιου Γούορλντ



Πως θα φαίνεται ο κόσμος σε είκοσι περίπου χρόνια από σήμερα; Ποιες από τις σημερινές λέξεις, όπως μητέρα, πατέρας, γενέθλια, ίσως και πολλές άλλες, θα πάψουν να χρησιμοποιούνται; Και ποιες είναι αυτές που θα τις αντικαταστήσουν; Οι διατροφικές μας συνήθειες; Πόσο θα αλλάξουν και αυτές; Ποιο είναι το «παγκόσμιο ρεκόρ απλήρωτων υπερωριών»; 


Αυτά είναι μερικά από σημαντικότερα ερωτήματα που παρουσιάζει η παράσταση στο υπόγειο του θεάτρου Νέου Κόσμου. Και γράφω ‘παρουσιάζει’ επειδή δεν έχει ούτε την πρόθεση ούτε τη δυνατότητα προφανώς για να τα απαντήσει. Αντίθετα, κυριότερος σκοπός της είναι να αντιπαραθέσει τον ‘παλιό’ τρόπο ζωής, με τον ‘νέο’, αυτόν που κυοφορείται στον νέο – και κατά πάσα πιθανότητα πλήρως αποστειρωμένο – κόσμο αυτού που ονομάζουμε δυτική κοινωνία. 


Και εδώ ακριβώς εντοπίζεται το κυριότερο προσόν που την κάνει πολύ ενδιαφέρουσα: καταφέρνει να αντιπαραβάλει το παλιό το οποίο είναι ταυτόχρονα το σύγχρονο – αυτό δηλαδή που ζούμε τώρα – με μια ‘υπόθεση εργασίας’ θα λέγαμε, η οποία δείχνει ήδη αρκετά γνώριμη και – σχεδόν ανησυχητικά – οικεία. Με άλλα λόγια, καταφέρνει η παράσταση να συμπυκνώσει πολλά από τα στοιχεία και συστατικά που θα σχηματίσουν το μέλλον μας, και καλεί όλους μας να συγκρίνουμε τα δύο άκρα. 


Και η προσωπική μου αίσθηση είναι ότι ακόμη και αν ένα μόνο μέρος των όσων παρουσιάζονται – ίσως και με μια δόση υπερβολής, αναγκαίας για λόγους μυθοπλασίας – ισχύσει τελικά, το μέλλον μας δεν προμηνύεται ιδιαίτερα φωτεινό. 


Και αυτό είναι ένα ακόμη ‘κατόρθωμά’ της παράστασης: να βγάζει, δηλαδή, μια απίστευτη σκοτεινιά μέσα από ένα φωτεινό, υγιεινό και τεχνολογικά υπέρ-προηγμένο μέλλον. Και το κάνει με ένα τρόπο που φαίνεται να επιβεβαιώνει τις χειρότερες προβλέψεις όλων των διανοητών, φιλοσόφων και συγγραφέων που καταπιάστηκαν με το συγκεκριμένο θέμα, επάνω στους οποίους και στηρίχτηκαν οι συντελεστές κατά το στήσιμό της. Ενώ ταυτόχρονα, να μην δίνει και καμιά ιδιαίτερη άφεση αμαρτιών στα όσα προηγήθηκαν, τα οποία όλοι ζήσαμε και ζούμε και γνωρίζουμε πολύ καλά.


Μην παρεξηγηθώ, όμως. Δεν είναι ούτε σκυθρωπή, ούτε καταθλιπτική, ούτε φιλοδοξεί με οποιοδήποτε τρόπο να παραδώσει μαθήματα ‘αντίστασης’ ή οτιδήποτε παρόμοιο. Αντίθετα, είναι μια ευχάριστη, χαρούμενη και αστεία παράσταση, η οποία περνάει μέσα σου τις ανησυχίες των συντελεστών της με υποδόριο τρόπο, που σε βάζει σε σκέψεις αφού τελειώσει.


Συζητώντας με την ομάδα των συντελεστών, μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση ο όγκος, το εύρος και η έκταση της έρευνας που έκαναν ώστε να αποκομίσουν τα στοιχεία τα οποία στη συνέχεια – και μέσα από μια συνεχή διαδικασία δοκιμής, υιοθέτησης, απόρριψης και αναψηλάφησης, μετέτρεψαν σε μια σοφά – τολμώ να γράψω – δομημένη παράσταση τόσο στο δομικό της κομμάτι, δηλαδή την αρχή, τη μέση και το τέλος της, όσο και στη θεματική της, στα – πολύ συγκεκριμένα – θέματα με τα οποία καταπιάνεται, τα οποία είναι η οικογένεια, η εκπαίδευση, η εργασία, οι ερωτικές σχέσεις των ανθρώπων και οι εφήμερες τάσεις της μόδας. 


Και αυτό, η υιοθέτηση δηλαδή της έρευνας για ένα σύνολο θεμάτων, είναι αυτό που την κάνει να ξεχωρίζει, δεδομένου ότι το είδος του θεάματος το οποίο υπηρετεί, το οποίο κατατάσσεται στην κατηγορία του θεάτρου της επινόησης (devised theatre), υποφέρει τα πάνδεινα στην Ελλάδα, με ερασιτεχνικές αλλά και επαγγελματικές – δυστυχώς – ομάδες να επιδίδονται σε ακατανόητες ασκήσεις αυτισμού χωρίς κανενός είδους σκοπό, μέτρο, και στο τέλος λόγο ύπαρξης.


ΝΙΟΥ ΓΟΥΟΡΛΝΤ της ομάδας UBUNTU
Σκηνοθεσία: Ελεάνα Τσίχλη
Κείμενο – Δραματουργική επεξεργασία – Μουσική επιμέλεια: Η ομάδα
Σκηνικά – κοστούμια: Χαράλαμπος Νικολάου
Πρωτότυπη μουσική Δημήτρης Τζιμέας
Γραφικά: Φώτης Καλαφάτης

Παίζουν:
Μάγια Ανδρέου
Άρης Λάσκος
Κατερίνα Πατσιάνη
Ελεάνα Στραβοδήμου


Κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στις 21:15
Στον BLACK BOX του 104,
Ευμολπιδών 41, Γκάζ
Σταθερό τηλέφωνο: 210 3455020
Κινητό: 6973376090